Η φωτογραφία είναι από το ιντερνετ.
Κάθε φορά οι
ίδιες κινήσεις, τα ίδια πράγματα.
Η Ειρήνη
πικραμένη να ζητάει την παρηγοριά στο γλυκό του κουταλιού.
Η Ειρήνη
χαρούμενη να τρώει γλυκό του κουταλιού για να γιορτάσει την χαρά της.
Η Ειρήνη
προβληματισμένη να προσπαθεί να βρει την λύση μέσα στο βάζο με το γλυκό του
κουταλιού.
Το Ερηνάκι που
έλεγαν όλοι στην γειτονιά.
Δύσκολη ζωή,
περίεργη.
Αλλά και τόσο
ενδιαφέρουσα.
Το Ερηνάκι
μεγάλωσε σαν το αγριολούλουδο.
Ηρθε στην ζωή από
μεγάλο έρωτα δύο ανθρώπων που την λάτρεψαν, αλλά η μοίρα αυτή η άτιμη, τα έφερε
έτσι και σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε μόνη της.
Όλη η γειτονιά
λάτρευε αυτό το παιδί για την παράξενη ομορφιά του, την καλοσύνη και το
απίστευτο θάρρος του.
Ότι και να της
συνέβη στην ζωή της το αντιμετώπιζε με μία απίστευτη δύναμη και φυσικότητα όπως
αντιμετωπίζουν τα ζώα τις συμφορές τους, σαν κάτι το φυσικό.
Η Ειρήνη λοιπόν
μεγάλωσε με όλη την γειτονιά, ένα
κορίτσι χαριτωμένο, με σκούρο δέρμα σαν σοκολάτα γάλακτος, μακριά κατάμαυρα
μαλλιά και τεράστια μάτια στο χρώμα που έχει το μέλι.
Ένα περίεργο
βλέμμα ακαθόριστο σαν να σου λέει όποτε
σε βλέπει, μην φοβάσαι τίποτα, όλα θα
πάνε καλά.
Όλος ο κόσμος την
λάτρευε και οι κυρίες της γειτονιάς τσακώνονταν πια θα την πρωτοπάρει σπίτι
της.
Και καθόταν με
όλους μια χαρά σαν να ήταν στο σπίτι
της.
Η γειτονιά όλη
ήταν το σπίτι της.
Όποτε την
έστελναν για κάποια δουλειά έβγαιναν όλοι από τα μαγαζιά και φώναζαν ,
-Ερηνάκι έλα να
σου δώσω καραμέλα,
-Ερηνάκι έλα να
παίξουμε,
-Ερηνάκι έλα να
σου πάρω πορτοκαλάδα.
Όμως δεν άκουγε
κανέναν αν είχε να πάει σε δουλειά.
Στον μόνο
πειρασμό που δεν αντιστεκόταν ήταν στα γλυκά του κουταλιού του κύριου Μάριου,
στην γωνία του δρόμου.
Όποτε την φώναζε
εκείνος τα ξέχναγε όλα.
Έτρεχε, καθόταν
στο μοναδικό τραπεζάκι που είχε το μαγαζί του ο κος Μάριος και το έτρωγε με απόλυτη ευχαρίστηση.
Πότε γλυκό
σταφύλι ,πότε καρυδάκι ,πότε βύσσινο.
Όλα της άρεσαν,
τα λάτρευε.
Είχαν όλα μια
ιστορία να της πουν, που με την σειρά της την διηγιόταν σε όλο τον κόσμο.
Έφτιαχνε
ολόκληρες ιστορίες για να σου περιγράψει την γλύκα και την γεύση του κάθε
γλυκού.
Την είχαν μάθει
όλοι την αδυναμία της για τα γλυκά του κουταλιού και την πείραζαν.
-Ερηνάκι τι γλυκό
έχει το μενού σήμερα.
-Βρε Ερηνάκι με
τόσα γλυκά θα πάθεις τίποτα.
-Ερηνάκι πόσα γλυκά έφαγες σήμερα;
Η Ειρήνη όμως δεν
έτρωγε μόνο τα γλυκά, είχε μάθει και τα έφτιαχνε κιόλας από την ηλικία σχεδόν
των έξι.
Έμπαινε σε όποια
κουζίνα της επιτρεπόταν και ξεκίναγε την ιεροτελεστία.
Την έβλεπες και
νόμιζες ότι φτιάχνει μαγικό φίλτρο.
Μάζευε δίπλα της ότι
χρειαζόταν για την συνταγή και ξεκίναγε σχεδόν με χειρουργική ακρίβεια την
παρασκευή του γλυκού.
Το βλέμμα της
όταν έφτιαχνε τα γλυκά της απόκοσμο, δεν είχε καμία επαφή με τον υπόλοιπο
κόσμο.
Οι κυρίες
κάθονταν και την κοιτούσαν για να δουν τι διαφορετικό κάνει και βγαίνει τόσο
νόστιμο το γλυκό της και εκείνες δεν μπορούσαν να το πετύχουν.
Κανείς δεν ήξερε
τι έκανε και τα γλυκά της έβγαιναν τόσο νόστιμα και μυρωδάτα.
Για την Ειρήνη
ιεροτελεστία δεν ήταν μόνο η παρασκευή των γλυκών αλλά και ο τρόπος που τα έτρωγε.
Ήταν μόνο εκείνη
και το γλυκό που είχε μπροστά της κάθε φορά, δεν υπήρχε τίποτα άλλο γύρω της.
Τίποτα δεν
έμπαινε ανάμεσα, ούτε έννοιες ούτε στεναχώριες, ούτε παιχνίδι, τίποτα απολύτως .
Καθόταν απέναντι
στο γλυκό της σαν να ήταν άνθρωπος που τις έπαιρνε όλες τις σκέψεις τις και τις
της ξαναέδινε όταν τελείωνε.
Πολύς κόσμος
έλεγε ότι κάποιος την είχε μαγέψει όταν ήταν μικρή.
Άλλοι έλεγαν ότι
η μητέρα της έτρωγε μόνο γλυκά του κουταλιού όταν ήταν έγκυος.
Είχαν βγει πολλές
ιστορίες για το πάθος της Ειρήνης για τα
γλυκά του κουταλιού.
Με ένα γλυκό του
κουταλιού οι πίκρες της, με ένα γλυκό του κουταλιού οι χαρές τις, με ένα γλυκό
του κουταλιού όλα στη ζωή της.
Μοναδικό κορίτσι
το Ερηνάκι.
Σαν γλυκό του
κουταλιού η ζωή της άλλες φορές γλυκιά, άλλες φορές ξινή, άλλες φορές λίγο
πικρή σίγουρα όμως μοναδική!
Υ.Γ. Το Ερηνάκι είναι ένα κορίτσι αληθινό, που έφτιαξα από
ιστορίες της γιαγιάς μου από την Σμύρνη και πήρε σάρκα και οστά στο μυαλό μου
και στην φαντασία μου.
Το είχα αναρτήσει στο ΕΞΙ αλλά ένα γλυκό του κουταλιού, (μην ακούς Αριστέα) με έκανε να το ξαναθυμηθώ.
Ελπίζω να σας αρέσει!